Δύο χρόνια μετά τον αρχικό σχεδιασμό πραγματοποιή-θηκε η οργανωμένη ανάβαση στην κορυφή του Άτλαντα στο Μαρόκο από αμιγή ομάδα του Ορειβατικού Συλλό-γου Χανίων. Μια έκρηξη τότε, τις παραμονές αναχώ-ρησης μας, στην κεντρικότερη πλατεία του Μαρακές, πόλη που θα ήταν η βάση μας, ανέβαλε για αυτό το διάστημα την ορειβασία μας, στη χώρα που βρίσκεται στο βόρειο-δυτικότερο άκρο της Αφρικής.

Τώρα όμως από τις 4 μέχρι και τις 11 Ιουνίου 2013, ζήσαμε τις μεγάλες αντιθέσεις της όμορφης αυτής χώ-ρας των 40 εκατομμύριων κατοίκων. Αρκετές συνα-ντήσεις προηγήθηκαν μέχρι η ομάδα των 14 ορειβατών να οριστικοποιήσει το πρόγραμμα και να ταχτοποιήσει με κάθε λεπτομέρεια την επίσκεψη στο αινιγματικό Μαρόκο.

Mαρακές ! ! !

Η βάση μας ήταν η Μεδίνα του Μαρακές (παλιά πόλη). Σε ένα καλοδιατηρημένο παλιό κτίριο με εσωτερική αυλή και πράσινη ταράτσα που είχε διαμορφωθεί σε ξενοδοχείο περιωπής!!!

Ασύλληπτη ήταν στην κυριολεξία η πρώτη μέρα στην κεντρική πλατεία Τζέμα Ελ Φνα, με τον αναγνωριστικό περίπατο στην αυλή των θαυμάτων, σε αυτήν την πλατεία. Θέλεις αρκετά λεπτά να ξεπεράσεις το σοκ από την πολυκοσμία που επικρατεί!!! Κιόσκια που προσφέρουν φρέσκο χυμό πορτοκάλι, ξηρούς καρπούς, αποξηρα-μένα φρούτα, όλα διανθισμένα με άφθονες μύγες. Πιο δίπλα λουλούδια, γητευτές φιδιών, «εξημερωτές» άγριων πτηνών, μάγοι, νερουλάδες, αλλά και «εμπειροτέχνες οδοντίατροι» με σωρό τα βγαλμένα δόντια. Παρδαλό αλαλούμ και οι φορεσιές των ντόπιων γυναικών, που κυκλοφορούν κάτω από τον καυτό ήλιο καλυμμένες στο με-γαλύτερο μέρος του κορμιού και του προσώπου.

Ακόμα όμως πιο εντυπωσιακό θέαμα είχαμε το βράδυ, όταν όλα τα παραπάνω εξαφανίζονται!!! Η πλατεία μεταμορφώνεται και η περιοχή λούζεται από τσίκνα-μπαχαρίλα και όλα διακρίνονται πίσω από μια θολή ατμόσφαιρα… Κινητά εστιατόρια ψήνουν ασταμάτητα, ενώ βοούν τύμπανα, πίπιζες και φωνές καλλιτεχνών και αβανταδόρων, σε ένα ατέλειωτο σούρτα-φέρτα.

Η Ανάβαση

Το πρωινό ξύπνημα μας βρήκε να ετοιμάζομε τα ορειβατικά εφόδια για την τετρα-ήμερη πορεία στην ψηλότερη κορυφή του Μαρόκου. Από το ορεινό χωριό Ιμλίλ, ξεκίνησε η πεζοπορία με τη συνοδεία 6 μουλαριών, 2 οδηγών, του μάγειρα και 4 βοηθών. Εμείς οι Χανιώτες τους ακολουθήσαμε στο εύκολο φαρδύ μονοπάτι αργά, παρέα με τη μυρωδιά της καβαλίνας που ώρες-ώρες ήταν ανυπόφορη. Από κοντά μας κάποιες ντόπιες γυναίκες που με την τσιριχτή φωνή τους μας ζάλισαν για αρκετή ώρα ακολουθώντας το ίδιο μονοπάτι μέχρι το πρώτο χωριό.

Όλες οι μετακινήσεις γίνονται με τα πόδια ή με τα ζώα, αφού ο δρόμος σταματάει λίγο πάνω από το Ιμλίλ. Καρυδιές και φορτωμένες κερασιές στην αρχή και αραιότερα δέντρα, μέχρι τη στάση στο χωριό Sidi Chamarouch, για το μεσημεριανό. Η άριστη, γρήγορη και γευστική υπαίθρια κουζίνα ήταν ο προάγγελος της περιποίησης, με το άφθονο φαγητό μεσημέρι βράδυ, αλλά και στα ενδιάμεσα, που μας περίμενε κάθε μέρα. Όλοι τρώγαμε απ’ όλα, παρά τις αρχικές δηλώσεις για αυτοσυγκράτηση… Στη συνέχεια περπατήσαμε δίπλα σε ρεματιά με άφθονα νερά… Μετά από 7 ώρες, από το ξεκίνημα φθάσαμε στο Καταφύγιο Μουφλόν, στα 3.207 μέτρα. Η διανυκτέρευση έγινε σε ένα μεγάλο δωμάτιο, όλοι η ομάδα μας μαζί. Ευτυχώς τα συμπτώματα του υψομέτρου δεν ήταν ακόμα ενοχλητικά. Ο καιρός ήταν θαυμάσιος. Το πρωί-πρωί της Παρασκευής 7 Ιουνίου 2013 πήραμε τα μικρά σακίδια και με τον κατάλληλο αργό ρυθμό αρχίσαμε τη δύσκολη ανάβαση για την κορυφή Jbel TOUBCAL, την ψηλότερη του Άτλαντα. Η πορεία ανατολική σε καλό μονοπάτι, σε ολόρθη πλαγιά. Σιγά-σιγά με τη βοήθεια των μπαστουνιών κερδίζουμε τα μέτρα της ανηφοριάς. Καμιά ανάβαση δεν μας χαρίστηκε. Κάθε βήμα γίνονταν με κόπο, αλλά και με πρόγραμμα ταιριασμένο με την αναπνοή. Ο καιρός ήταν ιδανικός και ο ήλιος άργησε να μας βρει λόγω της μορφολογίας του βουνού. Συχνά κάναμε στάσεις για ανασύνταξη με πρωτοβουλία του ντόπιου συνοδού, αλλά και των έμπειρων συνορειβατών.

Η ναυτία και ο πονοκέφαλος μας φλερτάρουν διακριτικά, όμως η καλή διάθεση και η ψυχική ευφορία μας δυναμώνουνε. Τα ζικ ζάκ συνεχίζονται προς τα πάνω. Οι απότομες βραχώδεις πλαγιές μοιάζουν αρκετά με τα Λευκά Όρη. Στην κορυφή πατήσαμε όλοι και στις αναμνηστικές φωτογραφίες στα 4.167 μέτρα, ποζάραμε με αδιαμφισβήτητη ικανοποίηση. Κατά την επιστροφή καταλάβαμε περισσότερο την κλίση και το κακό έδαφος. Φτάσαμε στο καταφύγιο, που μας περίμεναν οι βοηθοί και ο μάγειρας έχοντας ετοιμάσει πλούσιο γεύμα. Κάναμε και δεύτερη διανυκτέρευση στο Μουφλόν, με σχόλια και διηγήσεις για την ανάβαση. Η περιπλάνησή μας στην οροσειρά του Άτλαντα συνεχίστηκε. Την επόμενη το πρωί, αφήσαμε το καταφύγιο και με όλη τη συνοδεία κάναμε διάσχιση της οροσειράς προς το νότο, όπως είχαμε προγραμματίσει. Περπατήσαμε πλάι σε κάθετα τοιχώματα εκατοντάδων μέτρων. Κατεβήκαμε σάρες με μεγάλη κλίση και χαράδρες «ατελείωτες». Γλιστρήσαμε σε ψιλό χαλίκι για ώρα και καταρριχηθήκαμε σε κροκάλες. Νωρίς το απόγευμα φθάσαμε στην εντυπωσιακή λίμνη Ifni. Εδώ, στη μέση του πουθενά, η ηρεμία της λίμνης σε γαληνεύει. Πριν από εμάς είχαν φτάσει τα ζώα και οι βοηθοί-αγωγιάτες, έστησαν έναν μικρό καταυλισμό για διανυκτέρευση. Πλυθήκαμε, κάποιοι κολύμπησαν στο κρύο νερό σε 2.350 μέτρα υψόμετρο. Τα τοιχώματα δεξιά και αριστερά είναι άγρια και οι βουνοκορφές πίσω μας επιβλητικές.

Αράξαμε στις όχθες μέχρι να σουρουπώσει και στη συνέχεια ήρθε η έκπληξη όλης της εκδρομής!!! Μετά το βραδινό φαγητό ο Σπύρος τραγούδησε ένα ριζίτικο… και έβαλε την φωτιά για το γλέντι που ακολούθησε στον καταυλισμό. Όλοι οι Μαροκινοί που μας συνόδευαν κάθισαν κοντά μας και αρχίσαμε εναλλάξ τραγούδια και χορούς. Παραδοσιακά βερβέρικα με τη συνοδεία όλων των κουζινικών σκευών, από τη μια πλευρά και ριζίτικα και ελληνικά γνωστά τραγούδια του κεφιού από την άλλη. Στην απόλυτη παραλίμνια ησυχία αντηχούσαν τα γέλια και οι χαρές ήταν διάχυτες, καθώς τα τραγούδια ένωναν δύο τόσο διαφορετικούς κόσμους!!! Στα 7 αντίσκηνα που στήθηκαν για την ομάδα μας, περάσαμε την τελευταία νύχτα στο βουνό.

Η Επιστροφή

Την Κυριακή 9 Ιουνίου 2013, περπατήσαμε 4 ώρες μέχρι το χωριά Αμσουζάρτ, από εκεί μας παρέλαβαν τζιπ και μας οδήγησαν μέσα από χωματόδρομους και μικρούς ασφάλτινους δρόμους στην κεντρική οδό για την επιστροφή στο Μαρακές. Χωράφια γεμάτα με ελαιόδεντρα συναντήσαμε και λεωφορεία με επιβάτες να κρέμονται απ’ έξω προσπεράσαμε, ενώ κατοικίδια και οικόσιτα ζώα διέσχιζαν αμέριμνα τους δρόμους.

Το απόγευμα στην πόλη άρχισε η «επίθεση» στα στενά δρομάκια, τα σουκ, που υπάρχουν αμέτρητα μαγαζιά για ψώνια. Το παζάρι είναι η απαραίτητη διαδικασία πριν την αγορά. Με το που θα στρέψεις το βλέμμα σου σε ένα αντικείμενο αρχίζει μια ατέρμονη πίεση για την αγορά του. Όσο λιγότερο καταφέρεις να πληρώσεις, από την αρχική τιμή, τόσο πιο πετυχημένη θεωρείται η αγορά, κατά τη γνώμη σου. Πραγματικά όλη η τέχνη του Μαρόκου εκτίθεται στα σουκ. Χαλιά, δερμάτινα είδη, μεταλλικά σφυρήλατα, ξύλινα διακοσμητικά, υπέροχα κεραμικά, κοσμήματα, λάμπες, γυαλιά χρωματιστά, αλλά και παραδοσιακές κελεμπίες, πολύχρωμα πασούμια, έντονες χρωματιστές μαντίλες. Υφάσματα άφθονα. Δεν άντεξα στον πειρασμό και χάιδεψα κάμποσα βαμβακερά, δαντελωτά, αλλά παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες των πωλητών δεν ενέδωσα σε αγορά!!!

Βράδυ πια ξεκουράζομαι στο ξενοδοχείο γράφοντας αυτό το οδοιπορικό ενώ όλοι οι συνοδοιπόροι μου απουσιάζουν για τα τελευταία ψώνια. (τα καταστήματα κλείνουν στις 11 μ.μ.). Είμαι διπλά περήφανος για αυτή την ομάδα, και γιατί όλοι ανέβηκαν στη δύσκολη κορυφή με άριστη ομαδική συμπεριφορά, αλλά και γιατί έμαθαν να παζαρεύουν μέχρι «τελικής πτώσεως» στα πολύβουα δαιδαλώδη σουκ του Μαρακές.

Ο Πρωταγωνιστές

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΛΟΥΠΑΣΑΚΗ, ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΟΥΣΛΟΠΟΥΛΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΑΚΗΣ, ΜΑΡΚΟΣ ΠΕΝΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ, ΗΛΙΑΣ ΚΑΠΝΙΑΣ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΕΝΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ, ΘΕΟΦΑΝΗΣ ΚΟΥΚΟΥΣΟΥΛΑΣ, ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΠΑΔΟΓΙΑΝΝΗΣ, ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΦΩΤΕΙΝΑΚΗ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΠΟΛΑΣ, ΔΗΜΗΤΡΑ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ, ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΜΠΑΛΑΔΗΜΑΣ, ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΠΟΛΕΝΤΑ, ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΖΕΡΑΝΗΣ